Σημαντικές Πληροφορίες
Οι διαταραχές του καρδιακού ρυθμού ή αρρυθμίες, μπορούν ν’ αντιμετωπιστούν με ποικίλους τρόπους.
Πολλές αρρυθμίες δεν απαιτούν τίποτα περισσότερο απ’ το να καθησυχαστεί απλά ο ασθενής.
Άλλες όμως μπορεί να χρειάζονται φαρμακευτική αγωγή, την εμφύτευση μιας συσκευής όπως βηματοδότη ή απινιδωτή, θεραπεία κατάλυσης ενός ανώμαλου κυκλώματος (εστίας ή δεματίου) στην καρδιά ή και συνδυασμό θεραπειών. Η κατάλληλη θεραπεία για την δική σας περίπτωση, θα συζητηθεί με τον αρρυθμιολόγο σας.
Ο σκοπός του άρθρου αυτού είναι ν’ απαντήσει τυχόν απορίες που μπορεί να έχετε, σχετικά με την φαρμακευτική αντιμετώπιση των αρρυθμιών.
Το φυσιολογικό ηλεκτρικό σύστημα της καρδιάς
Η φυσιολογική καρδιά αποτελείται από 4 μυικές κοιλότητες, οι οποίες συστέλλονται και λειτουργούν ως αντλία αίματος.
Υπάρχουν δύο άνω κοιλότητες ή κόλποι, οι οποίοι λαμβάνουν αίμα απ’ την περιφέρεια του σώματος. Κάθε κόλπος κατόπιν, προωθεί το αίμα προς τις δύο κατώτερες κοιλότητες ή κοιλίες, οι οποίες εν συνεχεία το προωθούν προς το υπόλοιπο σώμα.
Προκειμένου να λειτουργήσει συντονισμένα, η καρδιά έχει το δικό της ηλεκτρικό σύστημα. Στην απλούστερή του μορφή, αυτό αποτελείται από δύο εξειδικευμένες κατασκευές ή κομβία και μονοπάτια αγωγής ή δεμάτια, τα οποία όλα αποτελούνται από κύτταρα αγωγής που μεταδίδουν ηλεκτρικά σήματα.
Ο φυσιολογικός καρδιακός παλμός ξεκινά όταν ένα ηλεκτρικό ερέθισμα δημιουργείται κι αποστέλλεται απ’ τον φλεβόκομβο (sinus node) , που βρίσκεται στον δεξιό κόλπο. Ο φλεβόκομβος είναι υπεύθυνος για την ρύθμιση της συχνότητας και του ρυθμού της καρδιάς και γι’αυτό αναφέρεται ως ο φυσιολογικός βηματοδότης της καρδιάς.
Το ηλεκτρικό ερέθισμα που παράγεται στον φλεβόκομβο, διασπείρεται στους κόλπους, οδηγώντας στη συστολή τους και την αποστολή αίματος στις κοιλίες. Το ηλεκτρικό ερέθισμα έπειτα φτάνει στον κολποκοιλιακό κόμβο (AV node), ο οποίος δρα ως πύλη που επιβραδύνει και ρυθμίζει τα ερεθίσματα μεταξύ κόλπων και κοιλιών.
Το ερέθισμα μεταδίδεται εν συνεχεία, διαμέσου των εξειδικευμένων μονοπατιών ή δεματίων, στις κοιλίες. Τα δεμάτια αυτά, περιλαμβάνουν το δεμάτιο του His, που συνδέεται με τον κολποκοιλιακό κόμβο και το οποίο διαχωρίζεται στον αριστερό και δεξιό κλάδο.
Όταν οι κοιλίες διεγερθούν ηλεκτρικά, συστέλλονται και προωθούν αίμα προς τους πνεύμονες και την περιφέρεια του σώματος. Οι φυσιολογικοί καρδιακοί παλμοί ακολουθούν ένα ομαλό μοτίβο και είναι μεταξύ 60-100/λεπτό. Αυτό αποκαλείται φλεβοκομβικός ρυθμός. Όλη αυτή η αλληλουχία γεγονότων στη συνέχεια ξεκινάει απ’ την αρχή.
Τι είναι οι αρρυθμίες;
Οι αρρυθμίες είναι διαταραχές του ηλεκτρικού συστήματος της καρδιάς, κατά τις οποίες υπάρχουν αλλαγές του καρδιακού ρυθμού. Μερικές φορές, αν υπάρχει βλάβη ή αποκλεισμός στο ηλεκτρικό μονοπάτι της καρδιάς ή υπάρχουν επιπλέον ένα ή περισσότερα μονοπάτια αγωγής, ο ρυθμός της καρδιάς μπορεί ν’ αλλάξει.
Η καρδιά μπορεί να πάλλεται πολύ γρήγορα (ταχυκαρδία), πολύ αργά (βραδυκαρδία), ή ανώμαλα, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα της καρδιάς να λειτουργεί αποτελεσματικά ως αντλία. Αυτοί οι ανώμαλοι καρδιακοί ρυθμοί είναι γνωστοί ως αρρυθμίες. Αρρυθμίες μπορεί να συμβούν είτε στους κόλπους, είτε στις κοιλίες. Αρρυθμίες μπορεί να συμβούν σε οποιαδήποτε ηλικία κι είναι τις περισσότερες φορές ενοχλητικές παρά ένα ουσιαστικό πρόβλημα.
Τι συμβαίνει στην καρδιά και προκαλείται η αρρυθμία;
Οποιαδήποτε διαταραχή στο ηλεκτρικό σύστημα της καρδιάς μπορεί να προκαλέσει αρρυθμία. Για παράδειγμα, ένας ανώμαλος καρδιακός ρυθμός μπορεί να ξεκινήσει μ’ ένα ανώμαλο ερέθισμα σε κάποιο τμήμα της καρδιάς, διαφορετικό απ’ τον φυσιολογικό της βηματοδότη (φλεβόκομβο) ή ο φλεβόκομβος μπορεί να αναπτύξει μια ανώμαλη καρδιακή συχνότητα ή ρυθμό.
Τι μπορεί να πυροδοτήσει μια αρρυθμία;
Κοινές αιτίες αρρυθμίας περιλαμβάνουν εκ γενετής παραλλαγές του ηλεκτρικού συστήματος της καρδιάς που μπορεί να γίνουν εμφανείς μόνο κατά την ενηλικίωση.
Το στρες, η καφείνη, ο καπνός, το αλκοόλ, τα χάπια δίαιτας, τα αντιβηχικά ή αντιγριπικά φάρμακα, μπορούν όλα να πυροδοτήσουν μια αρρυθμία, συνήθως όμως υπάρχει υποκείμενη οργανική αιτία που ευθύνεται γι’αυτήν.
Εάν υπάρχει βλάβη στον καρδιακό ιστό ως αποτέλεσμα επίκτητης καρδιακής νόσου, όπως έμφραγμα του μυοκαρδίου ή συγγενούς καρδιακής νόσου, μπορεί να είστε επίσης σε κίνδυνο ν’ αναπτύξετε αρρυθμίες.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, οι ιατροί δεν δύναται να εντοπίσουν την αιτία της αρρυθμίας.
Πώς αντιμετωπίζονται οι αρρυθμίες;
Τ’ αποτελέσματα των εξετάσεων που είχατε, θα καθορίσουν τον τύπο και την σοβαρότητα της αρρυθμίας. Ο αρρυθμιολόγος στη συνέχεια, θα συζητήσει μαζί σας τις θεραπευτικές επιλογές και ποια είναι κατάλληλη για εσάς.
Να θυμάστε ότι πολλοί ασθενείς με αρρυθμίες δεν χρειάζονται περαιτέρω θεραπεία.
Η πιο σημαντική παράμετρος μιας αρχικής εκτίμησης, είναι να καθοριστεί η κλινική σημασία της αρρυθμίας κι η ανάγκη οποιασδήποτε περαιτέρω αντιμετώπισης. Εάν το είδος της αρρυθμίας σας απαιτεί φαρμακευτική θεραπεία, ο ιατρός θα σας συνταγογραφήσει φάρμακα.
Τι κάνουν τα φάρμακα;
Όπως υπάρχουν διαφορετικά αντιβιοτικά για τις διάφορες λοιμώξεις, έτσι υπάρχει κι ένας αριθμός διαφορετικών φαρμάκων για την θεραπεία των αρρυθμιών. Τα φάρμακα αυτά κατηγοριοποιούνται σε ομάδες, βάση του πως δρουν στην καρδιά. Παρ’όλα αυτά, φάρμακα της ίδιας ομάδας μπορεί επιδρούν στους διάφορους ασθενείς, με διαφορετικούς τρόπους.
Όλα αυτά τα φάρμακα συνταγογραφούνται έχοντας 2 κύριους αντικειμενικούς σκοπούς:
– Nα καταστείλουν την αρρυθμία, να διατηρήσουν έναν φυσιολογικό καρδιακό ρυθμό και να ελαχιστοποιήσουν έτσι την συμπτωματολογία
– Nα εμποδίσουν την ανάπτυξη παρατεταμένων ή σοβαρών διαταραχών του καρδιακού ρυθμού που μπορεί να οδηγήσουν σε συγκοπή, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή θάνατο.
Γενικά, οι πιο σοβαρές (απειλητικές για τη ζωή) αρρυθμίες αντιμετωπίζονται με την εμφύτευση συσκευών όπως απινιδωτές ή κατάλυση. Υπάρχουν όμως ασθενείς που μπορεί να χρειαστεί να παίρνουν επιπλέον φάρμακα.
Τι να περιμένω;
Πριν ξεκινήσετε κάποιο φάρμακο (ή φάρμακα), ο ιατρός πρέπει να σας εξηγήσει πόσες ταμπλέτες θα χρειαστεί να παίρνετε και τις πιθανές παρενέργειες που μπορεί να έχουν. Σχεδόν όλα τα φάρμακα έχουν παρενέργειες, οι οποίες διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή, αλλά ως γενικός κανόνας, όσο πιο δραστικό είναι ένα φάρμακο, τόσο πιο πιθανό είναι να έχει κάποιες παρενέργειες.
Τα φάρμακα που ελέγχουν τον καρδιακό ρυθμό είναι συνήθως αρκετά δραστικά και επομένως είναι πιθανό να έχουν ορισμένες παρενέργειες.
Ως συνέπεια, η θεραπεία που συνταγογραφείται είναι το αποτέλεσμα μιας ισορροπίας μεταξύ των κινδύνων και συμπτωμάτων που συνδέονται με την αρρυθμία και των παρενεργειών της θεραπείας. ‘’Επιτυχής’’ θεραπεία σημαίνει πιθανότατα την επίτευξη μιας κατάστασης όπου μπορεί κανείς να ζήσει με περιστασιακές ήπιες αρρυθμίες, τις λιγότερες δυνατές ή καθόλου παρενέργειες, αποφεύγοντας εμμένοντα μη ευχάριστα συμπτώματα.
Ορισμένες απ’ τις παρενέργειες εμφανίζονται κατά την έναρξη του φαρμάκου και για τον λόγο αυτό ο ιατρός σας, ίσως ξεκινήσει από μια χαμηλή δόση που θ’ αυξήσει προοδευτικά αν χρειαστεί, στην επιθυμητή.
Αυτό, παρ’όλα αυτά, δεν σημαίνει ότι πρέπει να υποφέρετε ‘’αθόρυβα’’!
Εάν έχετε παρενέργειες που δεν μπορείτε ν’ ανεχτείτε, πρέπει να τις αναφέρετε στον ιατρό σας, καθώς μπορεί να σας δώσει κάποιο άλλο φάρμακο που σας ταιριάζει καλύτερα.
Στα κουτιά των φαρμάκων σας θα βρείτε φυλλάδια που περιγράφουν πιθανές παρενέργειες τους. Θα πρέπει να αντιληφθείτε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι εμφανίζουν ελάχιστες ή καθόλου παρενέργειες κι αυτό επομένως δεν μπορεί ν’αποτελεί λόγο να μην παίρνετε τα φάρμακά σας.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό σημείο είναι ότι δεν πρέπει να σταματήσετε να παίρνετε τα φάρμακά σας, χωρίς να ενημερώσετε πρώτα τον ιατρό σας, καθώς αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ξαφνική επανεμφάνιση της αρρυθμίας σας (rebound φαινόμενο).
Oρισμένες φορές ο ιατρός σας, θα κάνει μικρές τροποποιήσεις στη δοσολογία των φαρμάκων, βάση των συμπτωμάτων σας ή των παρενεργειών.
Φαρμακευτικές θεραπευτικές επιλογές
Η αμιωδαρόνη χρησιμοποιείται για την διατήρηση της καρδιάς στον φυσιολογικό φλεβοκομβικό της ρυθμό. Χρησιμοποιείται επίσης για την επαναφορά της καρδιάς στον φυσιολογικό της ρυθμό, όταν αυτή έχει περιέλθει σε αρρυθμία. Η αμιωδαρόνη έχει μικρό αρρυθμιογόνο κίνδυνο (εμφάνιση νέας ή επανεμφάνιση με αυξημένη συχνότητα προυπάρχουσας αρρυθμίας) και χρησιμοποιείται συχνά σε ασθενείς με δομική καρδιακή νόσο.
Παρενέργειες: Παρά το γεγονός ότι η αμιωδαρόνη είναι γενικά καλώς ανεκτή, έχει παρενέργειες που μπορούν να επηρεάσουν διάφορα όργανα του σώματος.
Δέρμα: Όταν παίρνετε αμιωδαρόνη το δέρμα σας μπορεί ν’ αποκτήσει μια γκρι/μπλε απόχρωση. Αυτό θα βελτιωθεί με την διακοπή της αμιωδαρόνης.
Την περίοδο που παίρνετε αμιωδαρόνη μπορεί να γίνετε πιο ευαίσθητος στις βλαβερές επιδράσεις του ηλιακού φωτός. Η χρήση αντιηλιακών και καπέλου φαίνεται να εμποδίζει την παρενέργεια αυτή. Καθώς η αμιωδαρόνη παραμένει στο σώμα για μεγάλο χρονικό διάστημα, ίσως να είναι απαραίτητο να συνεχίσετε τη χρήση αντιηλιακών για μερικούς μήνες μετά την διακοπή της.
Θυρεοειδής αδένας: Ο θυρεοειδής αδένας παράγει ορμόνες που ελέγχουν τον μεταβολισμό του σώματος. Η αμιωδαρόνη μπορεί να επηρεάσει τον αδένα αυτόν, κάνοντάς τον να υπερλειτουργεί (υπερθυρεοειδισμός – αυτό συμβαίνει περίπου στο 2% των ασθενών που παίρνουν αμιωδαρόνη) ή να υπολειτουργεί (υποθυρεοειδισμός – αυτό συμβαίνει περίπου στο 6% των ασθενών που παίρνουν αμιωδαρόνη).
Ο ιατρός σας θα πραγματοποιήσει τακτικές αιματολογικές εξετάσεις προκειμένου να ελέγξει αν κάποιο από τα παραπάνω έχει αναπτυχθεί. Αν εμφανίζετε συμπτώματα όπως υπερβολική κόπωση ή ανησυχία, πρέπει να έρθετε σε επαφή με τον ιατρό σας για να το συζητήσετε. Ο ιατρός, ίσως σας ζητήσει να κάνετε αιματολογικές εξετάσεις αν δεν έχετε πρόσφατες. Ο υπερ- αλλά και ο υποθυρεοειδισμός μπορούν ν’ αντιμετωπιστούν εύκολα με φάρμακα.
Μάτια: Μικρές εναποθέσεις μπορούν να σχηματιστούν στον κερατοειδή χιτώνα των οφθαλμών (η διαφανής επιφάνεια που καλύπτει τις κόρες, την ίριδα και το λευκό των ματιών). Οι εναποθέσεις αυτές δεν είναι επιβλαβείς.
Παρ’όλα αυτά, μπορεί κανείς ν’ αντιληφθεί την παρουσία των εναποθέσεων αυτών, όταν κοιτάει προς έντονα φώτα, ιδιαίτερα τη νύχτα κατά την οδήγηση. Απ’ τους ασθενείς που λαμβάνουν αμιωδαρόνη, περίπου 1 στους 10 θα εμφανίσει έναν μπλε δακτύλιο στην όρασή του, που όμως δεν χρήζει ανησυχίας αφού δεν είναι επιβλαβής.
Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να συμβουλευτείτε τον ιατρό σας, εάν είναι απαραίτητες περαιτέρω εξετάσεις για την όρασή σας, σχετικά με την ικανότητα για οδήγηση.
Πνεύμονες: Η αμιωδαρόνη μπορεί να προκαλέσει προβλήματα, όπως πάχυνση (ίνωση) των δομών των πνευμόνων. Εάν έχετε συμπτώματα όπως δύσπνοια, είναι σημαντικό να συμβουλευτείτε άμεσα τον ιατρό σας.
Ήπαρ: Σε σπάνιες περιπτώσεις, η αμιωδαρόνη προκαλεί προβλήματα με την λειτουργία του ήπατος. Ο ιατρός σας, θα ελέγξει για οποιαδήποτε επίδραση στη λειτουργία του ήπατος με την διενέργεια αιματολογικών εξετάσεων ρουτίνας κάθε 6 μήνες.
Παρακολούθηση: Η αμιωδαρόνη είναι ένα πολύ χρήσιμο φάρμακο που συνταγογραφείται με μοναδικό γνώμονα την βελτίωση της κατάστασης της υγείας σας. Οι παρενέργειες που παρατέθηκαν παραπάνω, παρ’όλο που δεν αφορούν όλους τους ασθενείς, αναδεικνύουν τη σημασία τακτικής παρακολούθησης.
Θα παρακολουθείστε απ’ τον ιατρό σας κάθε 6 μήνες, ενώ είστε σε αμιωδαρόνη. Ο ίδιος θα οργανώνει για εσάς αιματολογικές εξετάσεις, ώστε να επιβεβαιώνει ότι η θυρεοειδική κι ηπατική λειτουργία παραμένουν φυσιολογικές και ότι δεν υπάρχουν άλλα προβλήματα.
Άλλες ερωτήσεις που μπορείτε να κάνετε στον ιατρό σας:
– Yπάρχει άλλη εναλλακτική θεραπεία (φάρμακα ή επέμβαση);
– Tι συμβουλή μπορεί να δοθεί ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι παρενέργειες (αποφυγή έκθεσης στον έντονο ήλιο ή χρήση αντιηλιακών, καθώς το φάρμακο αυτό κάνει το δέρμα πιο ευαίσθητο στο έγκαυμα, ιδιαίτερα σε ανοιχτόχρωμους ασθενείς);
– Πώς μπορεί να ελεγχθεί η θυρεοειδική, ηπατική κι αναπνευστική λειτουργία, πριν και κατά την διάρκεια της θεραπείας;
– Πως πρέπει να δοθεί η αρχική-δόση εφόδου (το σώμα σας θα χρειαστεί μια αρχική δόση του φαρμάκου, ακολουθούμενη από μια μικρότερη δόση σε ένα ορισμένο χρονικό διάστημα πχ μια φορά την ημέρα προτού φθάσει σε θεραπευτικά επίπεδα);
– Μπορεί το φάρμακο αυτό ν’ αλληλεπιδράσει μ’ άλλα φάρμακα τα οποία παίρνω (μπορεί να επηρεάσει ιδιαιτέρως τα επίπεδα των κουμαρινικών-αντιπηκτικών);
Πρέπει να θυμάστε, πως το φάρμακο αυτό μπορεί να σας σώσει τη ζωή όταν χρησιμοποιείται σωστά και προσεκτικά κι όπως με τα υπόλοιπα αντιαρρυθμικά δεν πρέπει να το σταματήσετε ή ν’ αλλάξετε την δοσολογία, χωρίς να συμβουλευτείτε πρώτα τον αρρυθμιολόγο σας.
Ατενολόλη
Οι καρδιακές μας σφύξεις ρυθμίζονται από ειδικά κύτταρα τα οποία μεταδίδουν ηλεκτρικά ερεθίσματα. Ένας ανώμαλος καρδιακός ρυθμός μπορεί να προκληθεί απ’ τα κύτταρα αυτά, τα οποία μεταδίδουν ηλεκτρικά ερεθίσματα πολύ γρήγορα.
Η ατενολόλη, που είναι ένας β-αναστολέας, ελαττώνει την υπερδραστηριότητα των κυττάρων αυτών και βοηθά την καρδιά να πάλλεται πιο αργά και φυσιολογικά. Οι β-αναστολείς προστατεύουν την καρδιά απ’ τις επιδράσεις της αδρεναλίνης, ελαττώνοντας την δραστηριότητα του καρδιακού μυός κι επίσης την αρτηριακή πίεση.
Μερικά φάρμακα μπορεί να προκαλέσουν παρενέργειες, οι οποίες συνήθως βελτιώνονται καθώς προσαρμοζόμαστε σ’αυτά. Οι παρενέργειες που σχετίζονται με την ατενολόλη είναι: ναυτία, διαταραχή της όρασης, έμετος, κρύα χέρια ή δάκτυλα ποδιών, ζάλη, δύσπνοια, κόπωση και σεξουαλικά προβλήματα. Οι β-αναστολείς μπορεί να μην είναι πάντα ασφαλείς για ασθενείς με άσθμα. Ασθενείς με άσθμα πρέπει να το αναφέρουν στον ιατρό τους, εάν πρόκειται να τους συνταγογραφηθούν β-αναστολείς. Εάν εμφανίζετε οποιαδήποτε απ’ τις παραπάνω παρενέργειες, παρακαλώ επικοινωνήστε με τον ιατρό σας.
Σημαντικά σημεία
– Οικογενειακός προγραμματισμός κι εγκυμοσύνη:
Βεβαιωθείτε ότι ο ιατρός ή φαρμακοποιός σας γνωρίζει πως είστε έγκυος, προσπαθείτε ν’ αποκτήσετε παιδί, ή θηλάζετε.
– Άλλα φάρμακα:
Βεβαιωθείτε ότι ο ιατρός ή φαρμακοποιός σας γνωρίζει όλα τ’ άλλα φάρμακα τα οποία παίρνετε πρότου ξεκινήσετε την νέα θεραπεία. Οι β-αναστολείς μπορεί ν’ αλληλεπιδράσουν με άλλα φάρμακα, προκαλώντας αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο αυτά δρουν.
Bισοπρολόλη
Η βισοπρολόλη είναι ένας ακόμη β-αναστολέας που χρησιμοποιείται για την επιβράδυνση μιας ανώμαλα υψηλής καρδιακής συχνότητας. Οι β-αναστολείς προστατεύουν την καρδιά απ’ τις επιδράσεις της αδρεναλίνης, ελαττώνοντας την δραστηριότητα του καρδιακού μυός, γεγονός που επίσης ελαττώνει την αρτηριακή πίεση.
Η βισοπρολόλη χρησιμοποιείται επίσης για την θεραπεία της υπέρτασης (υψηλή αρτηριακή πίεση) , της στηθάγχης και της καρδιακής ανεπάρκειας, εξαιτίας της προστατευτικής δράσης που ασκεί στην καρδιά μέσω αναστολής της αδρενεργικής διέγερσης.
Παρενέργειες:
Όπως με όλα τα φάρμακα, υπάρχουν πιθανές παρενέργειες. Παρά το γεγονός ότι δεν εμφανίζουν όλοι οι ασθενείς παρενέργειες, οι πιο γνωστές είναι: ζάλη ή λιποθυμική τάση, ναυτία, διάρροια, κόπωση, υπόταση ή βραδυκάρδια. Εάν είστε ασθματικός, αυτό πρέπει να γνωστοποιηθεί στον ιατρό σας.
Είναι σημαντικό να μιλήσετε στον ιατρό σας, εάν εμφανίσετε κάποια παρενέργεια απ’ το φάρμακο.
Σημαντικά σημεία:
Η βισοπρολόλη μπορεί ν’ αλληλεπιδράσει μ’ άλλα φάρμακα και γι’αυτό είναι σημαντικό ο ιατρός ή φαρμακοποιός σας να γνωρίζει το σύνολο των φαρμάκων που παίρνετε.
Δρονεδαρόνη
Η δρονεδαρόνη είναι ένα φάρμακο παρόμοιο της αμιωδαρόνης στην δομή, με μερικές παραλλαγές, ώστε να είναι κλινικά χρήσιμο και να μειώνει τον κίνδυνο θυρεοειδικών προβλημάτων. Ο κύριος μηχανισμός δράσης είναι ο περιορισμός της ευερεθιστότητας των κόλπων (η ικανότητα του κυττάρου ν’ ανταποκρίνεται στα ερεθίσματα). Μεγάλες τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η δρονεδαρόνη μειώνει τις σχετιζόμενες με την κολπική μαρμαρυγή εισαγωγές στο νοσοκομείο. Η δρονεδαρόνη πρέπει να συνταγογραφείται και να παρακολουθείται από ειδικό καρδιολόγο –αρρυθμιολόγο.
Αντενδείξεις:
Αυξημένη επίπτωση συμβαμάτων καρδιακής ανεπάρκειας έχει παρατηρηθεί με το φάρμακο αυτό. Ως εκ τούτου η δρονεδαρόνη δεν πρέπει να συνταγογραφείται σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια ή διαταραχή της καρδιακής λειτουργίας κι η παρακολούθηση πρέπει να είναι τακτική σε όσους το παίρνουν. Η δρονεδαρόνη πρέπει επίσης να αποφεύγεται σε ασθενείς με σημαντική ηπατική δυσλειτουργία.
Στους ασθενείς με κολποκοιλιακό αποκλεισμό, σύνδρομο νοσούντος φλεβοκόμβου (εκτός αν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με βηματοδότη) ή με διορθωμένο QT διάστημα >500msec πρέπει ν’αποφεύγεται.
Παρενέργειες:
Η δρονεδαρόνη είναι γενικά καλώς ανεκτή. Παρ’όλα αυτά, κοινές παρενέργειες αποτελούν η διάρροια, η κοιλιακή δυσφορία, η ναυτία κι ο έμετος.
Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος δερματικού εξανθήματος και βραδυκαρδίας.
Οι περισσότερες παρενέργειες υποχωρούν τις πρώτες 2 εβδομάδες απ’ την έναρξη του φαρμάκου. Σ’ ένα ποσοστό ασθενών όμως, η δρονεδαρόνη μπορεί να χρειαστεί να διακοπεί οριστικά λόγω μη ανοχής.
Φλεκαινίδη
Η φλεκαινίδη επιβραδύνει την αγωγή στα καρδιακά κύτταρα, μειώνοντας την ευερεθιστότητά τους. Με τον τρόπο αυτό εμποδίζεται και σε μερικές περιπτώσεις τερματίζεται η κολπική μαρμαρυγή. Επίσης επιβραδύνει την αγωγή στα παραπληρωματικά δεμάτια στην περίπτωση του συνδρόμου Wolff-Parkinson-White (WPW), το οποίο μπορεί να συνδυάζεται με κολπική μαρμαρυγή.
Η φλεκαινίδη είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη για τους ασθενείς με παροξυσμική κολπική μαρμαρυγή χωρίς την παρουσία δομικής ή στεφανιαίας νόσου. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να χρισιμοποιείται σε συνδυασμό με φάρμακα όπως β-αναστολείς ή αναστολείς των διαύλων ασβεστίου (βεραπαμίλη ή διλτιαζέμη), τα οποία επιβραδύνουν την αγωγή στον κολποκοιλιακό κόμβο και εμποδίζουν την ταχεία αγωγή των υπερκοιλιακών ερεθισμάτων στις κοιλίες.
Η φλεκαινίδη μεταβολίζεται στο ήπαρ, με χρόνο ημίσειας ζωής τις 14 ώρες. Για τον λόγο αυτό χορηγείται 2 φορές ημερησίως. Σε ορισμένους ασθενείς με καρδιακή νόσο και σ’ αυτούς με σοβαρά επηρεασμένη νεφρική λειτουργία, το φάρμακο μπορεί να συσσωρευθεί σε μεγάλες συγκεντρώσεις και για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητη η μείωση των δόσεων. Η φλεκαινίδη μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά την εγκυμοσύνη, κατόπιν συζητήσεως κι αφού πρώτα εξαντληθούν άλλες προσεγγίσεις.
Αντενδείξεις:
Η φλεκαινίδη έχει ποικίλλων χρόνο ημίσειας ζωής και συχνά προκαλεί αλλαγές στο ΗΚΓ. Για τον λόγο αυτό, πρέπει να δίνεται κατόπιν οδηγίας ειδικού καρδιολόγου-αρρυθμιολόγου. Επιπροσθέτως, σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια, τα επίπεδα του φαρμάκου στο πλάσμα θα πρέπει να ελέγχονται τακτικά. Η φλεκαινίδη αντενδείκνυται σε ασθενείς με νόσο του φλεβοκόμβου, κολποκοιλιακό αποκλεισμό ή βραδυκαρδία (χωρίς την ύπαρξη βηματοδότη) ενώ πρέπει επίσης να χρησιμοποιείται με προσοχή και σ’ αυτούς που έχουν βηματοδότη.
Παρενέργειες:
Οι παρενέργειες είναι συνήθως παροδικές και μπορεί να περιλαμβάνουν: ναυτία, διαταραχές της όρασης, ζάλη, δυσκοιλιότητα, διάρροια και κεφαλαλγία.
Περιστασιακά η φλεκαινίδη μπορεί να προκαλέσει δύσπνοια, ερεθισμό του δέρματος και πόνους στο στήθος. Εάν είστε ανήσυχος ότι η φλεκαινίδη σας προκαλεί προβλήματα, είναι σημαντικό να αναζητήσετε ιατρική βοήθεια.
Σοταλόλη
Η σοταλόλη ως β-αναστολέας είναι πιθανότατα αποτελεσματικός καθώς αντισταθμίζει την αρρυθμιογόνο δράση της αδρεναλίνης και παρόμοιες επιδράσεις που μπορεί να προκαλέσουν αρρυθμία, όπως κολπική μαρμαρυγή.
Η σοταλόλη έχει κι άλλες δράσεις, όπως το να καθιστά τα καρδιακά κύτταρα λιγότερο ευερέθιστα με το ν’ αναστέλλει τα καρδιακά κανάλια καλίου, αλλά μόνο σε υψηλές δόσεις, όπως 80-120mg δυο φορές ημερησίως, με συχνές όμως παρενέργειες. Η δράση τους αυτή είναι ευεργετική για τους κόλπους αλλά μπορεί να μην είναι για τις κοιλίες. Για τον λόγο αυτό, η αύξηση της δόσης πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή και με περιοδικό ΗΚΓικό έλεγχο.
Προσοχή:
Η σοταλόλη επιμηκύνοντας την φάση αποκατάστασης του καρδιακού δυναμικού δράσης, μπορεί να προδιαθέσει σε κοιλιακές αρρυθμίες (torsade de pointes) που μπορεί να είναι επικίνδυνες κι ακόμη απειλητικές για τη ζωή, εάν τα επίπεδα καλίου-μαγνησίου είναι χαμηλά, όπως σε διάρροια κι έμετο. Για να ελαχιστοποιήσουμε την πιθανότητα αυτού του κινδύνου, εάν υπάρχει ένδειξη νεφρικής δυσλειτουργίας, οι δόσεις χρειάζεται να επανεξεταστούν και να μειωθούν.
Παρενέργειες:
Οι κυριότερες παρενέργειες απ’ τους β-αναστολείς γενικά οφείλονται στην επιβράδυνση της καρδιακής συχνότητας και μείωση της συσταλτικότητας της καρδιάς. Ως επακόλουθο, η επιβράδυνση της καρδιακής συχνότητας (βραδυκαρδία) ή η εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας, μπορεί να οδηγήσουν σε άλλη συμπτωματολογία όπως κόπωση, διαταραχές ύπνου, δύσπνοια, σεξουαλική δυσλειτουργία και κατάθλιψη.
Αλληλεπιδράσεις:
Συγχορήγηση ενδοφλεβίως αναστολέα των διαύλων ασβεστίου που επηρεάζει την κολποκοιλιακή αγωγή (βεραπαμίλη, διλτιαζέμη) αυξάνει τον κίνδυνο βραδυκαρδίας και πρέπει γενικώς ν’ αποφεύγεται. Εάν είστε ασθματικός, πρέπει να το γνωστοποιείσετε στον ιατρό σας.
Βεραπαμίλη:
Η βεραπαμίλη είναι ένας αναστολέας των διαύλων ασβεστίου που χρησιμοποιείται για την επιβράδυνση της καρδιακής συχνότητας.
Χρησιμοποιείται στην θεραπεία των αρρυθμιών, με το να εμποδίζει την είσοδο ασβεστίου στα κύτταρα της καρδιάς, επιβραδύνοντας ανώμαλα γρήγορες καρδιακές συχνότητες. Οι μειωμένες ποσότητες ασβεστίου που εισέρχονται στα μυοκαρδιακά κύτταρα, χαλαρώνουν επίσης τις αρτηρίες, βελτιώνουν την αιματική ροή κι ελαττώνουν την αρτηριακή πίεση. Εξαιτίας της δράσεώς της αυτής, η βεραπαμίλη χρησιμοποιείται στην θεραπεία της στηθάγχης και της υπέρτασης (υψηλή αρτηριακή πίεση).
Παρενέργειες:
Όπως με όλα τα φάρμακα, υπάρχουν πιθανές παρενέργειες. Δεν θα εμφανίσουν όλοι παρενέργειες, αλλά οι πιθανές και πιο κοινές είναι:
δυσκοιλιότητα, ζάλη, κεφαλαλγίες, αίσθημα ναυτίας και πρησμένοι αστράγαλοι.
Εάν κάποια απ’ τα συμπτώματα αυτά σας προκαλεί πρόβλημα, είναι σημαντικό να δείτε τον ιατρό σας.
Προσοχή:
Σας συνιστάται ΝΑ ΜΗΝ πίνεται χυμό γκρέιπφρουτ για το διάστημα που παίρνετε βεραπαμίλη, καθώς μπορεί ν’ αυξηθεί η δραστικότητα του φαρμάκου και είναι πιο πιθανό να εμφανίσετε παρενέργειες. Η βεραπαμίλη δεν πρέπει να χορηγείται παράλληλα με τους β-αναστολείς. Οι ασθενείς πρέπει να έχουν τακτικούς ελέγχους της αρτηριακής τους πίεσης και του καρδιακού ρυθμού ενώ βρίσκονται σε αγωγή.
Σχετικά μ’ όλα τα θέματα που αφορούν τα φάρμακα, ο ιατρός θα σας συμβουλέψει ποιο είναι το καλύτερο για την περίπτωσή σας.
Συχνές ερωτήσεις
– Μπορώ να πάρω αντιαρρυθμικά φάρμακα εάν είμαι έγκυος ή εάν επιθυμώ να θηλάσω;
Όπως με τα περισσότερα φάρμακα, τ΄ αντιαρρυθμικά πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού. Παρά το ότι μερικά φάρμακα είναι αρκετά ασφαλή, υπάρχουν άλλα που πρέπει ν’ αποφεύγονται καθώς μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα στην ανάπτυξη του εμβρύου.
Εάν σχεδιάζετε εγκυμοσύνη, πρέπει να το αναφέρετε στον καρδιολόγο σας για να σας συμβουλέψει ποια είναι η ασφαλέστερη επιλογή. Ο φαρμακοποιός μπορεί να είναι επίσης σε θέση να σας δώσει χρήσιμες πληροφορίες. Εάν έχετε μια απρογραμμάτιστη εγκυμοσύνη, είναι σημαντικό να δείτε τον ιατρό σας άμεσα, καθώς μπορεί να υπάρχει ένα πιο ασφαλές εναλλακτικό φάρμακο να πάρετε.
– Τι συμβαίνει με τα υπόλοιπα φάρμακα;
Επειδή οι αρρυθμίες συχνά (αλλά όχι πάντα) συμβαίνουν σε συνδυασμό μ’ άλλες καρδιακές παθήσεις, μπορεί να είστε σ’ έναν αριθμό διαφορετικών φαρμάκων. Τα φάρμακα αυτά είναι απαραίτητα και πρέπει να συνεχιστούν, μιας και συμβάλλουν στον έλεγχο της αρρυθμίας, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα που υπάρχει ως υπόστρωμα. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι παίρνετε ένα πολύπλοκο κοκτέιλ φαρμάκων και μπορεί να είναι δύσκολο να θυμάστε πιο φάρμακο παίρνετε και πότε.
Σκεφτείτε να επενδύσετε σ’ ένα κουτί χαπιών στο οποίο μπορείτε να έχετε οργανωμένα όλες τις ταμπλέτες που χρειάζεστε για την ημέρα ή εβδομάδα και το οποίο σας βοηθάει να τις παίρνετε σωστά και στην ώρα τους.
Είναι πολύ σημαντικό να έχετε ολόκληρη την λίστα των φαρμάκων σας κάθε φορά που επισκέπτεστε τον ιατρό. ‘’Παίρνω 3 ροζ χάπια την ημέρα’’ είναι μια έκφραση που δεν βοηθάει πολύ τον ιατρό, απ’ την στιγμή που υπάρχουν εκατοντάδες ροζ χάπια που περιέχουν διαφορετικές φαρμακευτικές ουσίες! Αυτή η προσέγγιση βοηθά στο να μειωθούν λάθη κατά την συνταγογράφηση καθώς επίσης και στο να μπορέσουν ιατροί και νοσηλευτές να επικοινωνήσουν αποτελεσματικά σχετικά με την θεραπεία σας.
Αξίζει επίσης να ελέγχεται τα χάπια σας κάθε φορά που σας δίνεται μια νέα συνταγή – οι φαρμακοποιοί ορισμένες φορές κάνουν λάθη, ενώ άλλες φορές οι ταμπλέτες μπορεί να φαίνονται διαφορετικές επειδή προέρχονται από διαφορετική εταιρεία παρά το ότι το φάρμακο είναι το ίδιο.
– Τι να κάνω εάν δεν νιώθω καλά εξαιτίας των φαρμάκων μου;
Επικοινωνήστε με τον ιατρό σας πριν σταματήσετε οποιοδήποτε φάρμακο, καθώς η απότομη διακοπή μπορεί να οδηγήσει σε επανεμφάνιση της αρρυθμίας, πιθανότατα σε χειρότερη μορφή σε σύγκριση με την προ θεραπείας κατάσταση.
O ιατρός είτε θα σας δει άμεσα, είτε θα σας δώσει συμβουλές για το τι να κάνετε. Εάν δεν νιώθετε καθόλου καλά και δεν είστε σε θέση να καλέσετε τον ιατρό σας, συνιστάται να επισκεφθείτε το τμήμα επειγόντων περιστατικών του νοσοκομείου, έχοντας μαζί σας την πλήρη λίστα των φαρμάκων σας.
Μερικά αντιαρρυθμικά φάρμακα παραμένουν στο σώμα μας για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την διακοπή τους και γι’αυτό οι παρενέργειές τους μπορεί να πάρουν αρκετό χρόνο μέχρι να εξαφανιστούν. Η αμιωδαρόνη είναι το πιο κοινό αντιαρρυθμικό φάρμακο που σχετίζεται με το πρόβλημα αυτό.
Παίρνει αρκετές εβδομάδες μέχρι να δημιουργηθούν σταθερά επίπεδα του φαρμάκου στο αίμα και μπορεί να περάσουν μέχρι και 3 μήνες απ’ την στιγμή της διακοπής μέχρι να εξαφανιστεί. Αυτό σημαίνει ότι τα κλινικά αποτελέσματα αλλαγών στην δοσολογία απαιτούν αρκετό χρόνο για να γίνουν εμφανή κι οι παρενέργειες μπορεί να συνεχιστούν για αρκετό χρονικό διάστημα μετά την διακοπή του φαρμάκου.
Τα περισσότερα απ’ τα υπόλοιπα φάρμακα δεν έχουν τόσο εμμένουσα δράση όπως η αμιωδαρόνη, μπορεί όμως επίσης να χρειαστούν αρκετές ημέρες ώστε αλλαγές στη δοσολογία να γίνουν κλινικά εμφανείς.
Εάν έχετε αμφιβολίες, επικοινωνήστε με τον ιατρό σας.
Εάν δεν έχετε παραπεμφθεί σε ειδικό αρρυθμιολόγο (ειδικός καρδιολόγος, εξειδικευμένος στις αρρυθμίες), είναι λογικό να το ζητήσετε.
Για πόσο καιρό θα παίρνω αυτά τα φάρμακα;
Σε αντίθεση με τ’ αντιβιοτικά ή κάποια άλλα φάρμακα, τ’ αντιαρρυθμικά δεν δίνονται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, καθώς η θεραπεία μ’ αυτά έχει ως στόχο την καταστολή της αρρυθμίας κι όχι την οριστική αντιμετώπισή της.
Ως εκ τούτου, πρέπει να συνεχίσετε την αγωγή σας επ’αόριστον, εκτός κι αν ο ιατρός σας την αλλάξει ή συστήσει μια άλλη μορφή θεραπείας.
Να θυμάστε ότι νέες αντιαρρυθμικές θεραπείες αναπτύσσονται συνεχώς κι επομένως μπορεί να υπάρξουν περισσότερες επιλογές στο μέλλον.
Τι συμβαίνει εάν τα φάρμακα δεν λειτουργούν;
Η θεραπεία της αρρυθμίας έχει βελτιωθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία, με νέα φάρμακα κι άλλες θεραπείες να γίνονται διαθέσιμες.
Εάν το πρώτο φάρμακο δεν λειτουργεί ή προκαλεί μη ανεκτές παρενέργειες, πιθανότατα να υπάρχει κάποιο άλλο διαθέσιμο. Μπορεί να χρειαστεί ο ιατρός σας να δοκιμάσει πολλά διαφορετικά φάρμακα προτού βρει το κατάλληλο για εσάς.
Αυτό βέβαια δεν γίνεται ‘’βλέποντας και κάνοντας’’ – ο ιατρός σας γνωρίζει το κατάλληλο είδος φαρμάκου που πρέπει να χρησιμοποιήσει, αλλά το να προβλέψει ποιο σας προκαλεί τις λιγότερες παρενέργειες, ενώ ταυτόχρονα ελέγχει τις αρρυθμίες σας, είναι σπανίως πιθανό να συμβεί απ’την πρώτη στιγμή.
Όταν όλα τα κατάλληλα διαθέσιμα φάρμακα έχουν δοκιμαστεί ή εάν η αρρυθμία δύναται να γίνει επικίνδυνη για την ζωή σας, άλλες θεραπείες θα συζητηθούν. Αυτές περιλαμβάνουν κατάλυση (καταστροφή μια μικρής περιοχής που προκαλεί την αρρυθμία στο εσωτερικό της καρδιάς) ή εμφύτευση μιας συσκευής όπως απινιδωτής.
Επειδή αυτές είναι πιο ειδικές θεραπείες, καλό είναι να παραπεμφθείτε σε ειδικό αρρυθμιολόγο, σε ειδικά κέντρα, για περαιτέρω αντιμετώπιση.
Πηγή British Heart Foundation